- φενακίζειν
- φενᾱκίζειν , φενακίζωplay thepres inf act (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
PHAENINDA aliis PHENINDA — ludi apud Romanos genus, viris valde accommodatum, ut docet Clem. Alexandrin. l. 3. Paedag. c. 10. ubi inter alia ait, Οἶδα καὶ σφαίρῃ τῇ μικρᾷ παιζόντων τὴν φενίνδα παιδιὰν εν ἡλίῳ μάλιςτα, Alii autem parvâ quoque pilâ ludunt eô ludô, quem… … Hofmann J. Lexicon universale
πλατειάζω — και πλατυάζω / πλατειάζω, ΝΑ, δωρ. τ. πλατειάσδω Α νεοελλ. επεκτείνω τον λόγο μου με περιττές και ανούσιες λέξεις ή φράσεις, περιττολογώ αρχ. 1. πλήττω, χτυπώ κάτι με την παλάμη 2. μιλώ ή προφέρω τις λέξεις με τραχιά, βαριά προφορά όπως οι… … Dictionary of Greek